Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο

Θεσσαλονίκη Μάης 1942

Πάνω στὸ’ μακρόστενο κάρο κουβαλá¾¶με τá½°’ λίγα
συμπράγκαλα .Φτάσαμε μá½²’ τρένο’ á¼€πὸ’ τá½´ν Δράμα.
Βροντá¾¶νε οá¼±’ ρόδες στὸ’ καλντερίμι.
Βροντá¾¶νε κι οá¼±’ μπότες τá¿¶ν γερμανá¿¶ν τá½´ν σκλαβιά.
Στá½°’ παιδικá½°’ μάτια’ á¼¡’ βουλγαρικá½´’ θηριωδία νωπή.

Ἡ’ á¼˜γνατία μá½²’ τοὺς λιπόσαρκους φτωχοὺς διαβάτες
φιλοξενεá¿–’ τá½´ν’ á¼€πελπισία ,τὸν φόβο καá½¶’ τá½´ν’ á½€δύνη.
Τὸ’ φτωχικὸ’ δωμάτιο, μá¾¶ς’ á½‘ποδέχεται μá½²’ τá½´ν φωνá½´
τῆς καμπάνας τοῦ’ á¼‘σπερινοῦ’ της’ á¼‰γίας Τριάδας.

Στοὺς παραδιπλανοὺς δρόμους διάσπαρτα πτώματα
τυμπανιαία’ á¼€πὸ’ τá½´ν πείνα καá½¶’ τá½´ν’ á¼€βιταμίνωση.
Τὸ’ κάρο τοῦ’ Δήμου περιφέρεται’ á¼€ργό, φρικτό,’ á¼€διάφορο.
Τá½´ν νύχτα τá½°’ βαριá½°’ βήματα τῆς περιπόλου τοῦ’ τρόμου
δá½²ν μποροῦν νá½°’ σκεπάσουν τὸ’ á¼γιόκλημα καá½¶’ τá½´ν εὐωδιά του.

Στá½´ν παραλία’ á¼¡’ θάλασσα λάμπει σá½°ν’ á½¡ραία νεράιδα.
Στá½¶ς αὐλá½²ς ζεματιστá½²ς μπουγάδες γιá½°’ τá½¶ς’ á¼„φθονες ψεá¿–ρες ,
στá½°’ τραπέζια λιγοστá½´’ á¼¡’ μπομπότα κι’ á¼¡’ λαχανίδα.
Στá½¶ς’ á¼€νοικτá½²ς’ á¼€λάνες’ á¼‘λληνόπουλα κι’ á¼‘βραιόπουλα
συναγωνίζονται στá½´ν’ á¼€νέμελη παιδικá½´’ χαρά.

Ἕνα χρόνο πρá½¶ν τá½´ν μεγάλη’ á¼γκληματικá½´’ τραγωδία
σπανιόλικα τραγούδια’ á¼€ντηχοῦν στá½°’ á¼‘βραίικα χαμόσπιτα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *