Καλόκαρδες Κυριακá½²ς
μá½² μελλοντικá½° á¼ρωτήματα
ποὺ εá½ωδιάζουν οá½ρανό.
Θηλάζοντας φá¿¶ς καá½¶ φλόγες
πιὸ πέρα á¼€πὸ τá½° στεγανά τῆς Ποίησης
καá½¶ τá½´ν καλόχαρη φλυαρία της.
Κατευοδώνουν τá½° á¼ρωτήματα
οá¼± εá½χá½²ς καá½¶ ἡ πεμπτουσία τῆς στιγμῆς,
ποὺ βλέπει τá½´ν πράξη
ὡς συμπύκνωση τοῦ á½€νείρου.
Κι á½…ταν á½ χρόνος σβήνει,
ἡ καρδιá½° á¼”χοντας ἄλλες βλέψεις,
á¼€νθεá¿– καá½¶ συγχωρεá¿– εá½ρύχωρα,
γιá½° νá½° εá¼°σέλθει’ στá½´ν στενá½´ περιοχá½´ τοῦ μυστηρίου.